Τα έθνη ως
κοινότητες αίματος και πνεύματος κατά την πορεία τους στον χρόνο δύναται να
αλλάξουν. Αν τα έθνη δεν αξίζουν διότι είναι εκ φύσεως βάρβαρα η αλλαγή προς το
καλύτερο είναι θεμιτή. Αν όμως είναι πολιτισμένα αλλαγή σημαίνει εκφυλισμός και
διολίσθηση προς την βαρβαρότητα. Επομένως στα ανώτερα έθνη η εθνική αλλοίωση είναι
καταστροφική κι αν για κάποιο λόγο συμβεί απαιτείται τεράστια προσπάθεια
προκειμένου να εξευγενιστούν και υπό προϋποθέσεις. Ειδικότερα εφόσον δεν επήλθε
ο υβριδισμός απαιτείται μεταλαμπάδευση στην μάζα της πίστης στην αξία του έθνους αυτού από φωτισμένους εθνικόφρονες.
Κατά το
μακρινό παρελθόν στο γεωγραφικό μας χώρο διαμορφώθηκε το ελληνικό έθνος.
Αποτελούνταν από άριστους ανθρώπους και δημιούργησε γλώσσα, θρησκεία και ανώτερο
πολιτισμό. Για εκατονταετίες, ίσως χιλιετίες, το έθνος ήταν διασπασμένο
πολιτικά μέχρι που το ένωσε ο Φίλιππος ο Β΄ της Μακεδονίας και ο Μέγας
Αλέξανδρος. Επί της βασιλείας του οι Έλληνες υποδούλωσαν το μεγαλύτερο μέρος
της Ασίας και σημαντικό τμήμα της Αφρικής και της Ευρώπης. Ως το ισχυρότερο
έθνος στο κοσμοπολιτικό περιβάλλον των μετέπειτα ελληνιστικών Βασιλείων
ενσωμάτωσε ορισμένα στοιχεία από τους πληθυσμούς των κατακτημένων χωρίς όμως να
χάσει την ταυτότητά του. Έπειτα ήρθε η ρωμαιοκρατία. Οι Ρωμαίοι υποδούλωσαν
τους Έλληνες και δημιούργησαν την δική τους αυτοκρατορία. Όμως οι τελευταίοι
αντί να εκρωμαϊστούν από τους κατακτητές τους εξελλήνισαν αυτοί.
Όλα
έδειχναν ότι ο Ελληνισμός θα κυριαρχούσε ξανά όμως τότε συνέβη το τραγικό
γεγονός του εκχριστιανισμού των μαζών. Μια μειονότητα εβραϊκών και άλλων
ανατολίζοντων στοιχείων από κοινού με το περιθώριο των μεγαλουπόλεων προσχώρησε
στην γνωστική μονοθεϊστική αίρεση. Διαμορφώθηκε μια νέα θρησκεία που προσέλαβε
χαρακτηριστικά ανατρεπτικού πολιτικού κινήματος. Σταδιακά, με το καλό ή το κακό,
όλοι έγιναν χριστιανοί και απαρνήθηκαν τον εθνισμό τους διότι εγκατέλειψαν την
πατρώα θρησκεία και την ελληνική γραμμή. Η αντίθεση Έλληνας-χριστιανός που
αναδεικνύεται στα κείμενα της εποχής δείχνει με ξεκάθαρο τρόπο αυτήν την
διάσταση. Το ελληνικό έθνος αλλοιώθηκε καθώς μετεξελίχθηκε σε κάτι άλλο από
αυτό που ήταν. Έγινε χριστιανικό, ελληνόγλωσσο, ελληνικής καταγωγής προτιμώντας
μάλιστα για 1500 χρόνια τον αυτοπροσδιορισμό…
«Ρωμαίοι».
Ως τέτοιο
πορεύτηκε όλο το μεσαίωνα. Το ρωμαίικο όμως το 18ο αιώνα, για να
αρέσει στην Ευρώπη, θυμήθηκε την ελληνική του καταγωγή και ιδιότητα. Τότε,
χωρίς να απεμπολήσει τον χριστιανισμό, το νεοϊδρυθέν -κατ’ όνομα- ελληνικό
κράτος δημιούργησε και επέβαλε την νεοελληνική ελληνοχριστιανική ταυτότητα
δηλαδή την ίδια χριστιανική που είχε μέχρι τότε αλλά πιο ελληνίζουσα, στα
πλαίσια του ανεκτού. Οι ελληνόφωνοι ρωμιοί ανακάλυψαν ότι κρατάν από τον
Πλάτωνα και είπαν ότι είμαστε Έλληνες αιματολογικά όχι όμως πνευματικά καθώς στην
θρησκεία είμαστε προς Θεού χριστιανοί και καμία σχέση δεν έχουμε με
ειδωλολατρίες. Εντούτοις επετράπη να ασχοληθούμε με την μελέτη του αρχαίου μας
πολιτισμού και της γραμματείας. Τα παιδιά ήρθαν σε κάποια επαφή με τον Όμηρο
και τον ελληνικό τρόπο σκέψης. Αισθάνθηκαν περισσότερο Έλληνες. Έτσι καταλήξαμε
ελληνοχριστιανοί που είναι κάπως διαφορετικό από τους ρωμιοχριστιανούς της
τουρκοκρατίας ή τους εβραιοχριστιανούς του βυζαντίου. Δεν ξαναγίναμε βέβαια
ποτέ καθαροί Έλληνες διότι δεν επανήλθαμε στην ελληνική θρησκεία η οποία και
προσδιορίζει την ελληνική κοσμοθέαση.
Σήμερα το
ελληνοχριστιανικό έθνος χάνει αυτήν την σχιζοφρενική ταυτότητα του καθώς
θρησκευτικώς αθεΐζει, άρα αποχριστιανίζεται, πολιτιστικώς αφελληνίζεται και
βιολογικώς νοθεύεται. Η φορά των πραγμάτων οδηγεί προς μεγαλύτερη εθνική
αλλοίωση καθώς ήδη μεταμορφωνόμαστε σε ένα περίπου ελληνόφωνο μιγαδικό πληθυσμό
με μόνο συνεκτικό δεσμό την υπηκοότητα του ελλαδικού κράτους τύπου λατινικής
Αμερικής. Αν υπάρχουν δυνάμεις ελληνικές ή έστω ελληνοχριστιανικές που θέλουν
να αποτρέψουν αυτήν την πορεία οφείλουν να κινητοποιηθούν άμεσα διότι αν
ολοκληρωθεί η μιγαδοποίηση δεν θα υπάρχει επιστροφή ούτε στο ελληνοχριστιανικό,
ούτε στο χριστιανικό, ούτε φυσικά στο ελληνικό παρελθόν.